ΙΣΤΟΡΙΟΓΝΩΣΙΑ posted by

ΙΣΤΟΡΙΟΓΝΩΣΙΑ: «To Βαλκανικό Σύμφωνο» (Μέρος Α΄)

ΙΣΤΟΡΙΟΓΝΩΣΙΑ: «To Βαλκανικό Σύμφωνο» (Μέρος Α΄)

Γράφει ο Γρηγόρης Γιοβανόπουλος

Στις 5 Οκτωβρίου (παλιό ημερολόγιο) τα 4 Βαλκανικά κράτη (Ελλάδα , Βουλγαρία , Σερβία, Μαυροβούνιο) κηρύσσουν τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα αποσπούν όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά εδάφη της παραπαίουσας Αυτοκρατορίας . Ο Ελληνικός στρατός στις 26-27 Οκτωβρίου καταλαμβάνει τον πρωταρχικό αντικειμενικό σκοπό του πολέμου , τη Θεσσαλονίκη και στις 20 Φεβρουαρίου 1913 τα Γιάννενα. Οι Σέρβοι καταλαμβάνουν τα Σκόπια στις   13 Οκτωβρίου  και στις 5 Νοεμβρίου το Μοναστήρι. Oι Μαυροβούνιοι πολιορκούν τη Σκόδρα και την καταλαμβάνουν στις 9 Απριλίου 1913  και οι Βούλγαροι καταλαμβάνουν τις Σαράντα Εκκλησιές στις 11 Οκτωβρίου  , το Λουλέ Μπουργκάς στις 20 Οκτωβρίου, στις 4 Νοεμβρίου βρέθηκαν μπροστά από τις οχυρώσεις της Τσατάλτζας 50 περίπου χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη και στις 20 Νοεμβρίου υπογράφτηκε 15νθήμερη ανακωχή.

Ήταν ένας ανεπανάληπτος θρίαμβος των Βαλκανικών κρατών τα οποία με κεραυνοβόλες προελάσεις κατάφεραν να εκδιώξουν σχεδόν τους Τούρκους από την Ευρώπη.

Πώς όμως ομονόησαν οι χθεσινοί εχθροί Έλληνες και Βούλγαροι, πώς οι Σέρβοι δεν διεκδίκησαν τη Θεσσαλονίκη, πως συντονίστηκαν οι επιχειρήσεις και κυρίως πώς οι μεγάλες δυνάμεις που επέμεναν στην ακεραιότητα του «Μεγάλου Ασθενούς» δεν μπόρεσαν να τορπιλίσουν τις προσπάθειες των Βαλκανικών κρατών να απελευθερώσουν τους σκλαβωμένους αδερφούς τους ,να προσαρτήσουν νέα εδάφη και να προσπαθήσουν να διαλύσουν την Οθωμανικά Αυτοκρατορία ;

Σημαντικότατα τούτα τα ερωτήματα για τη βαθύτερη κατανόηση των γεγονότων αλλά και του παρασκηνίου των Βαλκανικών πολέμων. Θα καταβληθεί προσπάθεια μέσα από το κείμενο αυτό να δοθούν ικανοποιητικές απαντήσεις σ’ αυτά.

Υπάρχει η αίσθηση ότι υπήρχε μια συμμαχία των τεσσάρων κρατών όπως υπαινίσσεται μια χαρακτηριστική λιθογραφία της εποχής και πως αδελφωμένοι οι τέσσερις βαλκανικοί λαοί επιτέθηκαν κατά του Ασιάτη δυνάστη.

Τετραμερής βέβαια συνθήκη δεν υπήρξε ποτέ. Ούτε τριμερής συνθήκη. Ούτε συγκεκριμένος και ακριβής τρόπος διαμοιρασμού των εδαφών που καταλήφθησαν.

Όλα τούτα θα οδηγήσουν αμέσως μετά στον Β’ Βαλκανικό πόλεμο και στο ξεκαθάρισμα των λογαριασμών.

Ας κάνουμε όμως την καθιερωμένη βουτιά στο παρελθόν για να δούμε και να περιγράψουμε την κατάσταση που επικρατούσε στα Βαλκάνια στις αρχές του 20ου αιώνα.  Μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο η Ρωσική πολιτική «ανακαλύπτει» τους σλαβικούς λαούς και μέσω του κινήματος του «Πανσλαβισμού» προσπαθεί να κατεβεί στο Αιγαίο. Κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1878 ανακαλύπτουν έναν καθυστερημένο εκσλαβισμένο συγγενικό με τους Τούρκους λαό, που η κοιτίδα του εντοπίζεται στο όρος Παμίρ της Ασίας και αποφασίζουν να τους χρησιμοποιήσουν ως το μακρύ τους χέρι στην περιοχή. Κάποιοι από αυτούς οι πιο Νότιοι βαφτίζονται « Μακεδόνες» και επιδιώκουν με κάθε μέσο να αποδείξουν ότι η περιοχή που ταυτίζεται περίπου με την αρχαία Μακεδονία , πρέπει να γίνει ανεξάρτητη και φυσικά μετά να ενωθεί με τη «μητέρα Βουλγαρία». Όλα αυτά γέννησαν το « Μακεδονικό αγώνα» όπου Έλληνες και Βούλγαροι πολέμησαν με μανία κυρίως μεταξύ 1904-1908 αλλά και πιο πριν και φυσικά και μετά το 1908.

Παρόλη την αποτυχία της στο Μακεδονικό αγώνα η Βουλγαρία συνεχίζει να εξοπλίζεται , να οργανώνεται και να επιζητά έναν ηγεμονικό ρόλο στα Βαλκάνια προβάλλοντας ως ο διάδοχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η πομπώδης έκφραση «οι Πρώσσοι της Ανατολής» έδειχνε το μέγεθος αλλά και το δυναμισμό του Βουλγαρικού έθνους το οποίο βέβαια είχε ως προστάτη τη μεγάλη και αχανή Ρωσική Αυτοκρατορία.

Οι Σέρβοι αφού κατόρθωσαν το 1882 να αποκτήσουν de jure ανεξαρτησία , το 1885 ενεπλάκησαν σε πόλεμο με τη Βουλγαρία εξαιτίας της προσάρτησης από αυτήν της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στον πόλεμο αυτόν ηττήθηκαν και με τη μεσολάβηση της Αυστροουγγαρίας τα σύνορα παρέμειναν στην αρχική τους θέση. Βέβαια μετά την πτώση της δυναστείας των Ομπρένοβιτς και την παλινόρθωση των Καρατζόρτζεβιτς οι παραδοσιακά καλές σχέσεις με την Αυστρουγγαρία τερματίστηκαν, και  η νέα δυναστεία στράφηκε προς τη Ρωσία αποκαθιστώντας και τις σχέσεις με τη Βουλγαρία.

Οι Μαυροβούνιοι πάλι λόγω κυρίως της εδαφικής ιδιομορφίας της χώρας τους , απολάμβαναν μια ουσιαστική ανεξαρτησία και ο σκληροτράχηλος και γενναίος λαός τους επιζητούσε την ευκαιρία να επιτεθεί κατά της Τουρκίας. Υψηλόσωμοι και αθλητικοί οι Μαυροβούνιοι προκαλούσαν τρόμο στους Τούρκους οπλισμένοι όλοι με το περίστροφο  Gasser  Pattern ή  Montenegrin στις 25 Σεπτεμβρίου θα κηρύξουν τον πόλεμο και θα στραφούν κυρίως κατά της Σκόδρας..

Στην Ελλάδα τώρα μετά τον ανόητο πόλεμο του 1897 και την εθνική ντροπή που αυτός προκάλεσε δύο γεγονότα άλλαξαν την τροπή των πραγμάτων και ξαναέδωσαν στο λαό την αισιοδοξία και τον απαιτούμενο δυναμισμό.

Ο Μακεδονικός αγώνας που διέσωσε τη Μακεδονία από τα νύχια των Βουλγάρων (Βερχοβιστών και Τσεντραλιστών) και η επανάσταση του 1909 στο Γουδί, «το κίνημα που άλλαξε την Ελλάδα» .

Η έλευση του Ελευθέριου Βενιζέλου και η ανάληψη της Πρωθυπουργίας έδωσε στην Ελλάδα την αισιοδοξία , το όραμα , το κύρος και το δυναμισμό που χρειαζόταν για την ολοκλήρωση της «Μεγάλης ιδέας». Ο στρατός και ο στόλος θα οργανωθούν από Γαλλική και Αγγλική αποστολή αντίστοιχα , θα γίνουν προμήθειες νέου οπλισμού , πυροβολικού και εφοδίων , θα συνταχθούν νέοι στρατιωτικοί κανονισμοί και με αιχμή το στόλο στον οποίο θα δεσπόζει το θωρηκτό «Γεώργιος  Αβέρωφ» ο Ελληνισμός θα αδημονεί να ξεχυθεί από τα στενά της Μελούνας προς τη «Νύμφη του Θερμαϊκού».

Βέβαια η κατάσταση δεν ήταν απολύτως ρόδινη καθώς πέραν της τεράστιας Οθωμανικής αυτοκρατορίας την οποία θα έπρεπε να καταβάλει η Ελλάδα υπήρχαν οι αδιαμφισβήτητες φιλοδοξίες και των άλλων βαλκανικών κρατών για την περιοχή.

Ο Βενιζέλος έπρεπε να επιλέξει ή να συμμαχήσει με τους σλαβικούς λαούς ή με την Τουρκία. Δήλωνε μερικούς μήνες αργότερα στη Βουλή: « Εγώ εσκέφθην , ότι αν δεν μετείχον  του πολέμου κατά της Τουρκίας , τον οποίον επρόκειτο να κηρύξωσι τα άλλα κράτη , δεν θα μετείχον όχι διότι θα έμενον αδρανής θεατής , αλλά διότι θα ήμην αποφασισμένος να συμπράξω μετά της τουρκίας . Θα ήτο τελεία εκμηδένησις της θέσεως του Ελληνισμού εν τη Ανατολή , εάν ήτο δυνατόν ν ‘ αφήση να διεξαχθή τοιούτος εγών , εις τον οποίον να μη μετάσχη υπέρ του ενός ή του άλλου μέρους…»

Με τους Τούρκους βέβαια υπήρχαν εγγενείς δυσκολίες λόγω της αντιμαχίας αιώνων και τους ποταμούς αίματος που χύθηκαν εκατέρωθεν στους απελευθερωτικούς αγώνες,  αλλά και με τους Βούλγαρους μας χώριζε ο ιδιαίτερα σκληρός «Μακεδονικός Αγώνας» και οι διεκδικήσεις των Βουλγάρων στη Μακεδονία.

Αλλά το κλίμα είχε αρχίσει σιγά-σιγά να αλλάζει. Τον Απρίλιο του 1911 ήρθαν στην Αθήνα τριάντα Βούλγαροι φοιτητές και φοιτήτριες και τους έγινε άριστη υποδοχή και εξίσου άριστη φιλοξενία. Το Φεβρουάριο του 1912 κατά τις γιορτές για την ενηλικίωση του διαδόχου του Βουλγαρικού θρόνου πρίγκιπα Boris  παραβρέθηκε ο διάδοχος του ελληνικού θρόνου Κωνσταντίνος. Παρόλα αυτά όμως οι Βούλγαροι δεν ανταποκρίνονταν  ακόμα και όταν ο οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ συνέδραμε προς αυτήν την κατεύθυνση. Η εικόνα της ηττημένης Ελλάδας του 1897 δεν είχε ακόμα αντικατασταθεί από την Ελλάδα του Βενιζέλου. Από τις αρχές όμως του 1912 ξεκίνησαν μυστικές συνομιλίες στις οποίες έπαιξε σημαντικό ρόλο ο Άγγλος δημοσιογράφος Τζέημς Μπάουτσερ και στις 16 Μαΐου  υπογράφτηκε στη Σόφια ελληνοβουλγαρική αμυντική συμφωνία διάρκειας τριών ετών . Βέβαια η Βουλγαρία και η Σερβία με την παρότρυνση της Ρωσίας ,αμφότερες υποτιμώντας τις πολεμικές δυνατότητες της Ελλάδας είχαν υπογράψει στη Σόφια στις 29 Φεβρουαρίου 1912 «Συνθήκη  φιλίας και συμμαχίας μεταξύ του Βασιλείου της Βουλγαρίας και του Βασιλείου της Σερβίας» και «Μυστικόν παράρτημα της συνθήκης φιλίας και συμμαχίας μεταξύ του Βασιλείου της Βουλγαρίας και του Βασιλείου της Σερβίας». Στις 19 Ιουνίου 1912  στη Βάρνα θα υπογραφεί  η « Στρατιωτική σύμβασις μεταξύ του βασιλείου της Βουλγαρίας και του Βασιλείου της Σερβίας».

Οι Βούλγαροι λοιπόν  ήταν οι νέοι σύμμαχοι, αλλά αυτοί υποτιμούσαν σταθερά τις δυνατότητες του Ελληνικού στρατού και μάλλον δέχτηκαν την προσέγγιση και τη συμμαχία για να χρησιμοποιήσουν τον Ελληνικό στόλο ο οποίος θα είχε την υπεροχή στο Αιγαίο και δεν θα επέτρεπε στους Τούρκους να μεταφέρουν ενισχύσεις από την Ασία διά θαλάσσης.

 Ο δαιμόνιος Πρωθυπουργός της Ελλάδας όμως έλεγε στο υπουργικό συμβούλιο στις 8 Απριλίου 1912 (Γ. Βεντήρη , Η ελλάς του 1910-1920) : «Οι Βούλγαροι λησμονούν , είπεν ο Βενιζέλος , ότι ο Ελληνικός στρατός είναι αξιόμαχος. Θα καταλάβη εγκαίρως τα εδάφη των αμέσων εν Μακεδονία εθνικών μας διεκδικήσεων. Αι μέλλουσαι κατά της Τουρκίας επιχειρήσεις θα έχουν πιθανότατα την εξής μορφήν : Οι Βούλγαροι θα στρέψουν τας δυνάμεις των προς την Ανδριανούπολιν και τον Έβρον , οι Σέρβοι θα διευθυνθούν εις τα Σκόπια. Ημείς θα βαδίσωμεν κατά της Θεσσαλονίκης και των Σερρών . Θα ευρεθώμεν εκεί εγκαίρως . Η διανομή θα γίνη κατόπιν επί τη βάσει της στρατιωτικής κατοχής».  

Η Ελληνοβουλγαρική συμμαχία 16ης Μαΐου όμως θα ήταν ένα κενό γράμμα αν δεν υπογράφονταν στρατιωτική σύμβαση που θα καθόριζε τους όρους της πολεμικής συμμετοχής των δύο συμμάχων. Αυτή θα υπογραφεί  στη Σόφια στις 22 Σεπτεμβρίου 1912 λίγες μέρες δηλαδή πριν αρχίσουν οι εχθροπραξίες και θα ορίζει πως η Ελλάδα θα συμμετάσχει με 110.000- 120.000 στρατό στον πόλεμο και  η Βουλγαρία με 300.000.

Όταν η Ελλάδα κήρυξε την επιστράτευση ο Βενιζέλος στον ισθμό της Κορίνθου όπου πήγε να προϋπαντήσει τον Βασιλιά Γεώργιο ο οποίος επέστρεφε εσπευσμένα από το εξωτερικό είπε γεμάτος σιγουριά και αυτοπεποίθηση: « Μεγαλειότατε! Το έθνος είναι έτοιμον και βοηθείται υπό συμμάχων ! Θα νικήσωμεν . Μετά δεκαπέντε ημέρας θα είμεθα εις την Θεσσαλονίκην . Μετ’ ολίγον έχομεν την πεντηκονταετηρίδα της βασιλείας σας . Θα την εορτάσωμεν με μίαν Ελλάδα διπλασίαν της σημερινής».

Βέβαια η ισχυρότερη δύναμη των Βαλκανίων ήταν αναμφισβήτητα η Βουλγαρία.

Με 300.000 στρατιώτες , 5.000 ιππείς και 720 πυροβόλα οι «Πρώσσοι της Ανατολής» φάνταζαν αήττητοι και ικανοί να πετύχουν τους εθνικούς τους στόχους.

Όπως όμως προείπαμε η Βουλγαρία τελούσε υπό την «υψηλή» προστασία της Ρωσίας η οποία από το παρασκήνιο πίεζε για προσέγγιση Βουλγαρία –Σερβίας και λύση του Ανατολικού ζητήματος επ’ ωφελεία των δύο σλαβικών χωρών και κατ’ επέκταση επ’ ωφελεία δική της και των προαιώνιων πόθων της. Η Ελλάδα δεν υπολογίζονταν καθόλου ως στρατιωτικός παράγων πράγμα που τελικά την ωφέλησε περισσότερο από οποιαδήποτε συνθήκη.

Ας δούμε όμως τα κυριότερα σημεία αυτών των συνθηκών καθώς και εκείνα τα σημεία που προοιώνιζαν τις μετέπειτα συγκρούσεις των τωρινών συμμάχων.

Συνεχίζεται την επόμενη βδομάδα..

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *